Η συμφωνία δεν θα εφαρμοσθεί άμεσα, θα πρέπει πρώτα να επικυρωθεί από τα Σκόπια με δημοψήφισμα που θα γίνει κάποια στιγμή το Φθινόπωρο του 2018. Κατόπιν τούτου, και υποθέτοντας ότι το δημοψήφισμα στα Σκόπια θα είναι θετικό, η γειτονική χώρα θα πρέπει να προχωρήσει σε αναθεώρηση του Συντάγματος της και μετά η συμφωνία θα πρέπει να επικυρωθεί από τα Κοινοβούλια των δύο χωρών.
Η συμφωνία είναι σημαντική, όχι τόσο γιατί επιλύει ένα εκκρεμές ζήτημα, όσο επειδή διαμορφώνει ένα πλαίσιο για την ένταξη της γείτονος χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και τον Οργανισμό Βορειοατλαντικής Συμμαχίας (ΝΑΤΟ). Η Ελλάδα κατά την άποψη μου έχει συμφέρον από την ένταξη των Σκοπίων και στους δύο Οργανισμούς, αφού με τον τρόπο αυτό μειώνεται η αβεβαιότητα που την χαρακτηρίζει σήμερα σε σχέση με το Αλβανικό και το Μουσουλμανικό στοιχείο, όπως επίσης και τις επιρροές της Ρωσίας και της Τουρκίας.
Έγκριτοι αναλυτές περιλαμβάνουν και την Κίνα στις δυνάμεις που φιλοδοξούν να αυξήσουν την επιρροή τους στην περιοχή. Υπό αυτό το πρίσμα, η συμφωνία είναι μεν τύποις διμερής, στην ουσία της όμως είναι συμφωνία πολυμερής, αφού ανοίγει τις πόρτες για την είσοδο των Σκοπίων στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Κάτι που προβληματίζει είναι ο χρονισμός της έναρξης των διαδικασιών ένταξης. Θα είναι πριν το δημοψήφισμα και την αναθεώρηση του Συντάγματος των Σκοπίων ή μετά;
Η αβεβαιότητα μειώνεται αλλά δεν εκμηδενίζεται, και αυτό είναι κάτι που πρέπει να τονίσω με ιδιαίτερη έμφαση. Η γειτονική χώρα αποτελεί διαρκή στόχο και της Ρωσίας και της Τουρκίας αλλά και της ‘μεγάλης’ Αλβανίας, ίσως και της Κίνας, που θα συνεχίσουν να λειτουργούν σαν παράγοντες αστάθειας και αβεβαιότητας. Η εμβέλεια των ενεργειών τους όμως μειώνεται σημαντικά από την ένταξη των Σκοπίων στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Αυτός είναι και ο λόγος που το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στα Σκόπια δεν είναι δεδομένο.
Είναι ενδεικτικό ότι η συνάντηση του Πρωθυπουργού με τον Πρόεδρο των Σκοπίων την Τετάρτη 13 Ιουνίου 2018 διήρκεσε μόλις 120 δευτερόλεπτα. Βέβαια έχουμε ακόμη πολύ δρόμο μπροστά μας, αλλά οι υπάρχουσες ενδείξεις προαναγγέλλουν μια επίπονη διαδικασία με απρόβλεπτο αποτέλεσμα.
Η Ελλάδα σε τελική ανάλυση ωφελείται από κάθε συμφωνία και ενέργεια που μειώνει την αβεβαιότητα και την αστάθεια στα Βαλκάνια. Αν η συμφωνία αυτή εφαρμοσθεί τελικά, τα Σκόπια θα κάνουν ένα σημαντικό βήμα προς την σταθεροποίηση και την ομαλότητα.
Και με το όνομα, την γλώσσα, την εθνότητα τι γίνεται θα μπορούσε να ρωτήσει ο αναγνώστης που δεν συμφωνεί με την χρήση του όρου ‘Μακεδονία’ και των παραγώγων του. Δεν αποτελούν καθαυτά λόγο για απόρριψη της συμφωνίας;
Η συζήτηση περί του ονόματος μου θυμίζει την παροιμία «Ο κόσμος το’ χει τούμπανο κι εμείς κρυφό καμάρι». Εδώ και πολλά χρόνια 140 χώρες του πλανήτη αναφέρονται στο γειτονικό κράτος ως «Μακεδονία». Εμείς αγρόν αγοράζουμε και κάνουμε τάχα ότι δεν υπάρχει θέμα, αφού εμείς δεν τους αναγνωρίζουμε με αυτό το όνομα.
Το καλοκαίρι του 1993 ο Πρωθυπουργός της Ελλάδος Κωνσταντίνος Μητσοτάκης δεν μπόρεσε να δεχθεί την συμβιβαστική πρόταση του Προέδρου Κίρο Γκλιγκόροφ για ονομασία «Σλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας» και το Φθινόπωρο αποχαιρέτησε την εξουσία, χάνοντας τις εκλογές. Ήτανε μια μαύρη στιγμή στην ιστορία της Ελλάδος, αφού χάθηκε μια τεράστια ευκαιρία για να διευθετηθεί το θέμα. Σήμερα παρουσιάζεται ακόμη μία ευκαιρία, που αν την απορρίψουμε και αυτήν, θα παραμείνουμε σε κατάσταση αδιεξόδου με δική μας υπαιτιότητα. Βέβαια ο κ. Σαμαράς φαίνεται ότι προτιμά το αδιέξοδο και το ανεπίλυτο. Με δηλώσεις του την Τετάρτη 13 Ιουνίου 2018 κάνει λόγο για «ανιστόρητη σύμπλευση του Προέδρου της Δημοκρατίας με τον κ. Τσίπρα» και χαρακτηρίζει την συμφωνία «αχρείαστο και ταπεινωτικό συμβιβασμό». Αν μη τι άλλο, ο κ. Σαμαράς παραμένει συνεπής στις θέσεις που είχε εκφράσει το 1992.
Ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί ότι αντί να παραμένουμε καθηλωμένοι στην χρήση του όρου «Μακεδονία» γενικώς και αορίστως, θα πρέπει να δεχτούμε ότι αν τα Σκόπια αναθεωρήσουν το Σύνταγμα τους όπως προβλέπει η συμφωνία, τότε στην ουσία αποσύρουν τον αλυτρωτισμό από το πεδίο των σχέσεων με την Ελλάδα. Μια εξέλιξη καθόλα θετική για την Ελλάδα.
Στον αντίποδα αυτών των απόψεων, είναι πολλοί εκείνοι που ισχυρίζονται ότι η συμφωνία είναι αποτέλεσμα ασφυκτικών πιέσεων που ασκήθηκαν και στα δύο μέρη από τις Δυτικές χώρες, ιδιαίτερα την Γερμανία και τις ΗΠΑ. Και ενώ μεν τα Σκόπια ωφελούνται τα μάλα από την συμφωνία, για την Ελλάδα δεν υπάρχει τίποτε πρακτικό στο τραπέζι. Τα δίνουμε όλα – μαζί και την αξιοπρέπεια μας – και δεν παίρνουμε τίποτε. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Μίκης Θεοδωράκης με δηλώσεις του την Τετάρτη 13 Ιουνίου 2018 θεωρεί ότι η συμφωνία είναι «Πράξη εθνικής μειοδοσίας».
Το αρνητικό κλίμα που επικρατεί στο εσωτερικό της χώρας δεν μπόρεσε να αντιστρέψει το πολύ θετικό κλίμα που επικρατεί στο εξωτερικό. Όλες οι μεγάλες δυτικές χώρες επικρότησαν την συμφωνία, ενώ οι ξένοι πολιτικοί απονέμουν τα εύσημα στον Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα που κατάφερε να καταλήξει σε μια συμφωνία μετά από δεκαετίες στασιμότητας. Ακόμη και ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας έκανε υποστηρικτικές δηλώσεις.
Ποια θα είναι η συνέχεια;