Η Παγκόσμια Ημέρα Προσφύγων καθιερώθηκε για πρώτη φορά με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ στις 4 Δεκεμβρίου του 2000 και πρωτογιορτάσθηκε στις 20 Ιουνίου 2001, με αφορμή τα 50 χρόνια από την υπογραφή της «Συνθήκης για το καθεστώς των προσφύγων».
Δείτε επίσης....
Η Συνθήκη αυτή προέβλεπε, μεταξύ άλλων, τη σύσταση της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ, η οποία ήταν επιφορτισμένη να βοηθήσει στη μετεγκατάσταση των 1,2 εκατομμυρίων Ευρωπαίων που είχαν μείνει άστεγοι εξαιτίας του Β' Παγκόσμιου Πολέμου. Στα 54 χρόνια της ύπαρξής της, η Ύπατη Αρμοστεία έχει βοηθήσει πάνω από 50 εκατομμύρια ανθρώπους και για τις προσπάθειές της αυτές έχει τιμηθεί δύο φορές με το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης.
Το διεθνές δίκαιο ορίζει ότι πρόσφυγες είναι οι άνθρωποι που δεν μπορούν ή δεν θέλουν να επιστρέψουν στις χώρες τους, εξαιτίας βάσιμου φόβου δίωξης, με βάση τη φυλή, το θρήσκευμα, τις πολιτικές τους πεποιθήσεις, την εθνικότητά τους ή τη συμμετοχή τους σε μία ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα.
Σήμερα, η Ύπατη Αρμοστεία είναι ένας από τους κυριότερους ανθρωπιστικούς οργανισμούς στον κόσμο. Τα περισσότερα από 5.000 στελέχη της, πολλά από τα οποία αντιμετωπίζουν πολύ σοβαρούς κινδύνους κατά της προσωπικής τους ασφάλειας, βοηθούν πάνω από 20 εκατομμύρια ανθρώπους που συγκεντρώνουν την ιδιότητα του πρόσφυγα.
Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (2018), περισσότεροι από 68 εκατομμύρια άνθρωποι είχαν συνολικά εκτοπιστεί έως τα τέλη του 2017.
Ανάμεσά τους 16,2 εκατομμύρια εκτοπίστηκαν μέσα στο 2017, είτε για πρώτη φορά ή επανειλημμένως, γεγονός που καταδεικνύει ότι τεράστιος αριθμός ανθρώπων βρίσκεται σε κίνηση και ισοδυναμεί με 44.500 εκτοπισμένους ανθρώπους την ημέρα, ή με έναν εκτοπισμένο κάθε δύο δευτερόλεπτα.
Οι πόλεμοι, άλλες μορφές βίας και οι διώξεις οδήγησαν το 2017 τον αριθμό των αναγκαστικά εκτοπισμένων παγκοσμίως σε νέα ύψη για πέμπτη συνεχή χρονιά, με βασικότερες αιτίες την κρίση στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, τον πόλεμο στο Νότιο Σουδάν και τη φυγή εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων Ροχίνγκια από τη Μιανμάρ στο Μπανγκλαντές. Στη συντριπτική τους πλειονότητα, οι αναπτυσσόμενες χώρες είναι αυτές που πλήττονται περισσότερο.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, οι πρόσφυγες που έχουν εγκαταλείψει την πατρίδα τους λόγω συρράξεων και διώξεων αντιστοιχούν σε 25,4 από τα 68,5 εκατομμύρια. Πρόκειται για 2,9 εκατομμύρια περισσότερους ανθρώπους από το 2016, που αποτελεί τη μεγαλύτερη αύξηση που έχει παρατηρήσει ποτέ η Υ.Α. μέσα σε μία μόνο χρονιά.
Στο μεταξύ, οι αιτούντες άσυλο, που περίμεναν ακόμη την απάντηση στο αίτημα ασύλου τους έως τις 31 Δεκεμβρίου 2017, αυξήθηκαν κατά 300.000 περίπου, φτάνοντας τα 3,1 εκατομμύρια. Οι εκτοπισμένοι μέσα στην ίδια τους τη χώρα έφτασαν τα 40 εκατομμύρια επί του συνόλου, ελάχιστα λιγότεροι από τα 40,3 εκατομμύρια το 2016. Σε όλες τις χώρες, ένας στους 110 ανθρώπους είναι εκτοπισμένος.
ΠΗΓΗ: www.sansimera.gr